Μόσχος Γιάννης: Ο Φαροφύλακας
Άνοιξε το μοναδικό του μάτι στις έξι παρά.
Δεν κοιμόταν, τον εαυτό του κορόιδευε. Δέκα μέρες τώρα, από τότε που έγινε το κακό, κοιμάται τόσο όσο ο οργανισμός ενστικτωδώς του επιβάλλει. Σηκώθηκε, και έσυρε, χωρίς να το καταλάβει, το άσπρο σεντόνι πίσω του διαγράφοντας την πορεία προς το μπάνιο, σαν νύφη που σέρνει το νυφικό, ξεδοντιάρα και αναμαλλιασμένη. Έφτασε με δυσκολία στον νιπτήρα και στήριξε το παλιακό του σώμα στο βρωμερό μάρμαρο. Κοίταξε με αηδία τον καθρέφτη.
Που θα πάει, ζωή είναι, θα περάσει.