• Αρχική
  • Η Λέσχη
    • Καλωσόρισμα στην Ε.Λ.Σ.Α.Λ.
    • 15 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΣΑΛ 2010-2025
    • Τα μέλη μας
    • Γιατί γράφω "αστυνομικά"
    • Τα βιβλία της Ε.Λ.Σ.Α.Λ.
    • Έγραψαν για τη Λέσχη
    • Καταστατικό
    • Προϋποθέσεις εγγραφής νέων μελών
  • Νέα
    • Τα νέα μας
    • Άλλες δραστηριότητες των μελών
  • Αναγνωστήριο
    • 100 Λέξεις
    • Ιστορίες Εγκλεισμού
    • Διηγήματα
  • Βιβλιογραφία
    • 2020 - 2029
    • 2010 - 2019
    • 2000 - 2009
    • 1990 - 1999
    • 1980 - 1989
    • 1970 - 1979
    • 1960 - 1969
    • 1950 - 1959
    • 1940 - 1949
    • 1930 - 1939
    • 1920 - 1929
  • ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΉ ΛΟΓΟΤΕΧΝΊΑ
    • Ξένη αστυνομική λογοτεχνία
    • Ελληνική αστυνομική λογοτεχνία
    • Ειδικά θέματα
    • Φάκελος: Γιάννης Μαρής
    • Μικρές Ιστορίες για Συγγραφείς και Βιβλία
    • Από το Χαρτί στην Οθόνη
    • Μεγάλοι ντετέκτιβ
    • Τρίτες με τους μαθηματικούς της ΕΛΣΑΛ
    • Based on a true crime story
  • Φωτογραφίες
  • Επικοινωνία
  • Ελληνικά (Ελλάδα)
  • English (UK)
       
_10_20140602_1457188011
__3_20140602_1634134473
_1_20140602_1379646725
_4_20140602_1165060267
artgallery_3_20140602_1817864829
__1_20140602_1292381825
1_5_20140602_2030721773
1_3_20140602_1219192186
__7_20140602_2000370772
polis_art_cafe_2_20151005_1365200180
_4_20140602_1439359747
5___floral_2015__9_20151005_1241267936
_2_20140602_1075598716
2_1_20140602_1156460154
_2_20140602_1024879335
____5_20151005_1306678501
__2_20140602_1153158435
2_4_20140602_1905793593
__2_20140602_1001305159
_1_20140602_1443038714
_5_20140602_1735551557
2_17_20140602_1651070418
__1_20140602_1469983142
_2_20140602_1623145017
1_4_20140602_2035984016
floral_5_20140602_1032320141
_4_20140602_1298525803
2_10_20140602_1335940389
5_____1_20151005_2032667415
____4_20151005_1250992024
__13_20140602_1261475462
__4_20140602_1587015771
public_1_20140602_1707896569
_14_20140602_1390659221
_3_20140602_1423087805
__1_20140602_1470806817
_13_20140602_1466680089
__11_20140602_1091381057
2_9_20140602_1095229169
2_3_20140602_1612740712
_1_20140602_1245751584
_3_20140602_1454427727
_2_20140602_1328089459
2_19_20140602_1124956155
floral_1_20140602_1656712337
_1_20140602_1063575340
_12_20140602_1830560292
__10_20140602_1264702166
5_____5_20151005_1227808993
__1_20140602_2095030161
_5_20140602_1411507168
_9_20140602_1356767036
1_7_20140602_1545779988
2_18_20140602_1443405433
2_11_20140602_1432683594
1_2_20140602_1847082110
2_21_20140602_1631876208
__5_20140602_1365998856
__12_20140602_1116612298
2_14_20140602_1610958476
1_1_20140602_1034169098
artgallery_2_20140602_1028500455
_4_20140602_1608005964
_3_20140602_1388540158
floral_3_20140602_1784458771
2_2_20140602_1372190455
5___floral_2015__8_20151005_1637183868
2_20_20140602_1149335696
_3_20140602_1587032100
_8_20140602_1502403807
2_12_20140602_1509706106
5___floral_2015__10_20151005_1585006138
_11_20140602_1728508009
2_15_20140602_1393887756
____2_20151005_1786206865
__2_20140602_1093484416
__9_20140602_1526631292
_3_20140602_1548350811
_2_20140602_1676444802
polis_art_cafe_6_20151005_1077810457
polis_art_cafe_1_20151005_2098882572
____6_20151005_1897433254
_1_20140602_2074821193
____7_20151005_1010550733
polis_art_cafe_4_20151005_1483902689
__6_20140602_1351763024
____3_20151005_2015169976
__3_20140602_1230100467
_5_20140602_1046251858
_1_20140602_1626638007
5_____6_20151005_1016641525
5_____4_20151005_1066907542
polis_art_cafe_5_20151005_1565509152
____1_20151005_1011421837
2_13_20140602_1157493131
1_9_20140602_2050144091
2_16_20140602_1786925233
1_6_20140602_1204698458
5_____2_20151005_1754418797
_2_20140602_1135332314
polis_art_cafe_7_20151005_1273866662
1_8_20140602_1932789229
__8_20140602_2013442574
_4_20140602_2065471199
polis_art_cafe_3_20151005_1886179311
2_22_20140602_1516921840
5___floral_2015__11_20151005_2067349259
5_____3_20151005_1823376744
floral_2_20140602_1120412859
floral_4_20140602_1326000294
_3_20140602_1639285752
artgallery_1_20140602_2097238027

Que la Bete Meure

Συντάχθηκε στις 09 Απριλίου 2022. Καταχωρήθηκε στο Από το Χαρτί στην Οθόνη

“Ο άνθρωπος που μετατρέπεται σε κτήνος
απαλλάσσεται από τον πόνο του να είναι άνθρωπος”

Ένα μικρό αγόρι που κάνει διακοπές στη Βρετάνη παρασύρεται από ένα σπορ αυτοκίνητο, εγκαταλείπεται αβοήθητο και τελικά υποκύπτει στα τραύματά του. Ο πατέρας του παιδιού, Charles Ternier, βλέποντας την αστυνομία να αντιμετωπίζει το δυστύχημα γραφειοκρατικά και αδιάφορα, ορκίζεται να εντοπίσει το δολοφόνο και να πάρει το νόμο στα χέρια του. 

Ο σκηνοθέτης Claude Chabrol είναι από τους μεγαλύτερους μάστορες του γαλλικού (crime) cinema, με καριέρα πέντε δεκαετιών. Σε αντίθεση με άλλους, πολυσυζητημένους συμπατριώτες του όπως ο Jean Pierre Melville και ο Jacques Deray, o Chabrol επιλέγει μια προσγειωμένη οπτική για την αφήγηση αποτρόπαιων καταστάσεων. Τα εγκλήματα που περιγράφονται στις ταινίες του, συνήθως αφορούν προσωπικές υποθέσεις, απιστίες συζύγων, πράξεις εκδίκησης και παντού κυριαρχεί η αμφιβολία και η έλλειψη εμπιστοσύνης. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με κλέφτες, αστυνόμους και γοητευτικούς δολοφόνους, αλλά με αποτυχημένα ζευγάρια, ερωτικά τρίγωνα και καθημερινούς ανθρώπους που η μοίρα οδηγεί στον παραλογισμό.

Αναμενόμενα, με τις υποθέσεις που περιγράφονται να είναι πιο προσγειωμένες, έτσι και το cast των ταινιών του Chabrol είναι εξαιρετικά ταλαντούχο, αλλά λιγότερο φαντεζί από των Melville και Deray. Στη διανομή δε συναντάμε ούτε Alain Delon, ούτε Yves Montand, ούτε Jean Gabin, ούτε Catheurine Deneuve, αντίθετα οι ρόλοι μοιράζονται σε ηθοποιούς που παραπέμπουν λιγότερο σε μοντέλα για φωτογραφήσεις και περισσότερο σε κοινούς, καθημερινούς ανθρώπους.

Το “Que la Bete Meure” είναι ίσως το καλύτερο crime movie του Chabrol και από τις κορυφαίες στιγμές του είδους στη Γαλλία. Βασισμένο στο βιβλίο του Nicholas Blake (ψευδώνυμο του Cecil Day Lewis, πατέρα του ηθοποιού Daniel Day Lewis) παρακολουθεί την επίμονη και μεθοδική προσπάθεια ενός απελπισμένου πατέρα να εντοπίσει το δολοφόνο του γιου του. Ο Charles Ternier είναι ένας ευγενικός και καλλιεργημένος αστός, όχι ένας άνθρωπος του υποκόσμου, ούτε ένας ερευνητής εγκλημάτων. Παρόλα αυτά, όταν βλέπει τις αρχές να μην ασχολούνται εντατικά, αποφασίζει να προσεγγίσει ο ίδιος το πρόβλημα, ψάχνοντας με υπομονή και να πει ψέματα όπου χρειαστεί, αρκεί να φτάσει στο στόχο του. Το concept θυμίζει κάπως το σκανδιναβικό “In Order of Disappearance”, όμως εδώ τα γεγονότα είναι εντελώς τυχαία, οι αντίπαλοι ισάξιοι, το οργανωμένο έγκλημα δεν κάνει πουθενά την εμφάνισή του και βασικά, δεν υπάρχει η παραμικρή διάθεση σαρκασμού και γελοιοποίησης των καταστάσεων.

Στο ρόλο του πατέρα συναντάμε τον Michel Duchaussoy, o οποίος παίζει εξαιρετικά και κουβαλάει στην πλάτη του ολόκληρη την ταινία. Με τους τίτλους αρχής γκρεμίζεται όλη του η ζωή, όταν ένα μαύρο Mustang παρασύρει το παιδί του. Μετά το αρχικό σοκ – με τον πόνο να του σιγοτρώει τα σωθικά – κάθεται μπροστά στο γραφείο του και ζυγίζει την κατάσταση με χαρτί, μολύβι και στρατηγική. Γυρνάει τριγύρω, ρωτάει κόσμο, ψαχουλεύει σε μάντρες αυτοκινήτων για χτυπημένα φτερά αυτοκινήτων και καταγράφει τα πάντα στο ημερολόγιό του. Παρόλα αυτά, όσο κι αν προσπαθεί να φερθεί ψυχρά κι αποστασιοποιημένα, είναι άσχημα χτυπημένος από τη μοίρα και ξεσπάει με φαινομενικά ασήμαντα πράγματα, όπως όταν μια γυναίκα τον κοροϊδεύει για το παιδικό αρκουδάκι που βρίσκει στο σπίτι του. Ο Duchaussoy είναι πάντοτε μετρημένος, πειστικός κι εξαιρετική επιλογή για το ρόλο.

Οι άλλοι δύο χαρακτήρες που ξεχωρίζουν είναι του δολοφόνου και της κουνιάδας του (η οποία εμπλέκεται συναισθηματικά με τον πρωταγωνιστή). Ο Jean Yanne – σταθερή παρουσία και αξία στις ταινίες του Chabrol – υποδύεται ένα ανθρώπινο τέρας, έναν άξεστο, νεόπλουτο μεγαλέμπορο αυτοκινήτων που υποτιμάει και καταπιέζει τους πάντες γύρω του, σεβόμενος μονάχα την αντιπαθητική και ξιπασμένη μητέρα του. Μένει σε μια υπέροχη αγροικία, πασπατεύει την υπηρέτριά του μπροστά σε όλους και σηκώνει με το παραμικρό χέρι στον ανήλικο γιο του. Ακούγεται σα μια καρικατούρα, κομμένη και ραμμένη έτσι ώστε να βρει δίκαιο θάνατο με την αυλαία. Όμως ο Yanne κατορθώνει να αποδώσει μια αυθεντική περσόνα άξεστου και μεγαλομανούς χωριάτη, για την οποία ο άτυχος πατέρας θα γράψει στο ημερολόγιό του “φοβόμουν μήπως τον συμπαθήσω, αλλά τελικά πρόκειται για ένα κτήνος που όλοι γύρω του σιχαίνονται”. Η Caroline Cellier υποδύεται την κουνιάδα, μια γοητευτική ηθοποιό της τηλεόρασης, ασταθή ψυχολογικά, αλλά όχι χαζοβιόλα. Είναι όμορφη και πειστική στο ρόλο, όχι στα πρότυπα μιας εκθαμβωτικής παρουσίας αλά Ursula Andress και Raquel Welch, αλλά μιας ευαίσθητης, νεαρής κοπέλας που θυμίζει την Stephane Audran, από τα άλλα έργα του Chabrol.

Η ταινία δεν είναι whodunit, καθώς ο θεατής γνωρίζει από την αρχή το δολοφόνο. Οι κεντρικές θεματικές είναι η αυτοδικία και οι επιπτώσεις στη ζωή και την ψυχολογία των ηρώων, πριν και μετά από μια πράξη εκδίκησης. Σχεδόν στα μέσα του “Que la Bete Meure” ο πατέρας έρχεται σε επαφή με το δολοφόνο του παιδιού του κι έχει άπειρες ευκαιρίες να τον ξεπαστρέψει. Όμως εκείνος τον μελετάει καρτερικά, τον παρακολουθεί να βιάζει τις ζωές των μελών της οικογένειάς του και συλλογίζεται μέχρι την τελευταία στιγμή, αν αξίζει πράγματι να τον τελειώσει. Θα καλμάρει η εκδίκηση τον πόνο του; Θα επαναφέρει άραγε τις χαμένες ισορροπίες στην οικογένεια του θύτη; Η μήπως η δολοφονία θα μπλέξει ακόμα περισσότερο τις ταραγμένες ζωές τους; 

Η ματιά του σκηνοθέτη δεν έχει κανένα διδακτισμό, ούτε τοποθετείται υπέρ της πράξης εκδίκησης. Αντίθετα, ο Chabrol παρακολουθεί σαν εξωτερικός, ουδέτερος παρατηρητής ανθρώπους που είναι ικανοί κι έξυπνοι, όμως τα παιχνίδια της μοίρας τους υπερβαίνουν. Η ονειρική κινηματογράφηση της Βρετάνης σε συνδυασμό με την υπέροχη μουσική, ενισχύει την εσωτερικότητα και τη μελαγχολία της ταινίας. Παρότι τα τοπία είναι πανέμορφα, ο θεατής εισπράττει παγωμάρα και παρακμή. Το τέλος που επιλέγεται είναι ίσως τραβηγμένο και πολλοί ενδέχεται να ξενίσουν. Προσωπικά πιστεύω ότι ο Chabrol περισσότερο θέλησε να κάνει έναν επίλογο ανακατεύοντας μέχρις εσχάτων την ψυχοσύνθεση των ηρώων, παρά να δημιουργήσει προβληματισμό για “το τι ήθελε να πει” και για το “ποιος είχε δίκιο”.

Ακόμα και με το αμφιλεγόμενο τέλος του, το “Que la Bete Meure” είναι ένα crime cinema αριστούργημα που βασίζεται σε εσωτερικές εντάσεις, δραματικές καταστάσεις και σχεδόν καθόλου σε κυνηγητά κι αίματα. Από αυτήν εδώ τη στήλη έχουμε συχνά προσπαθήσει να αναδείξουμε ταινίες πιο ακατέργαστες, καλτ, έως και σκουπιδιάρικες εφόσον μας τράβηξαν το ενδιαφέρον. Στη συγκεκριμένη ταινία είναι δύσκολο να βρεθεί ψεγάδι σε επίπεδο υποκριτικής, σκηνοθεσίας, λεπτομερειών και έντασης. Είναι καλλιτεχνική και προσεγμένη, χωρίς να γίνεται δήθεν και ανώδυνη. Αντιθέτως, είναι φορτισμένη συναισθηματικά κι αποπνικτική, χωρίς να πέφτει ούτε μια σφαίρα. Βεβαίως, αν το ενδιαφέρον σας για αστυνομικές ταινίες εξαντλείται στον (υπέροχο) Walter Hill και στην ανελέητη ανταλλαγή πυρών, εδώ μάλλον θα κοιμηθείτε. Αν όμως γοητεύεστε από ιστορίες εκδίκησης εκτελεσμένες από ανθρώπους της διπλανής πόρτας, η ταινία του Chabrol θα σας καθηλώσει. Είναι μια λιγότερο γκλαμουράτη εκδοχή των αφηγημάτων της Patricia Highsmith, με χαρακτήρες πιο απτούς, αλλά εξίσου αδίστακτους κι αποφασισμένους.

Εκτύπωση Email

  • Αρχική
  • Η Λέσχη
    • Καλωσόρισμα στην Ε.Λ.Σ.Α.Λ.
    • 15 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΣΑΛ 2010-2025
    • Τα μέλη μας
    • Γιατί γράφω "αστυνομικά"
    • Τα βιβλία της Ε.Λ.Σ.Α.Λ.
    • Έγραψαν για τη Λέσχη
    • Καταστατικό
    • Προϋποθέσεις εγγραφής νέων μελών
  • Νέα
    • Τα νέα μας
    • Άλλες δραστηριότητες των μελών
  • Αναγνωστήριο
    • 100 Λέξεις
    • Ιστορίες Εγκλεισμού
    • Διηγήματα
  • Βιβλιογραφία
    • 2020 - 2029
    • 2010 - 2019
    • 2000 - 2009
    • 1990 - 1999
    • 1980 - 1989
    • 1970 - 1979
    • 1960 - 1969
    • 1950 - 1959
    • 1940 - 1949
    • 1930 - 1939
    • 1920 - 1929
  • ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΉ ΛΟΓΟΤΕΧΝΊΑ
    • Ξένη αστυνομική λογοτεχνία
    • Ελληνική αστυνομική λογοτεχνία
    • Ειδικά θέματα
    • Φάκελος: Γιάννης Μαρής
    • Μικρές Ιστορίες για Συγγραφείς και Βιβλία
    • Από το Χαρτί στην Οθόνη
    • Μεγάλοι ντετέκτιβ
    • Τρίτες με τους μαθηματικούς της ΕΛΣΑΛ
    • Based on a true crime story
  • Φωτογραφίες
  • Επικοινωνία