Το συνδικάτο, του Gus Russo

Συντάχθηκε στις .

Από τις εκδόσεις ΗΛΕΚΤΡΑ

Μια σύγχρονη, ογκώδης μελέτη γεμάτη μαρτυρίες, εξιστορήσεις και διασταυρωμένες πληροφορίες από εκατοντάδες κρατικά και ιδιωτικά αρχεία. Αυτή είναι η ιστορία της «Οργάνωσης» ή του «Συνδικάτου», δηλαδή της αμερικάνικης μαφίας. Το βιβλίο είναι καρπός δουλειάς -ετών σίγουρα- του ερευνητή - δημοσιογράφου Γκας Ρούσο.

Ο συγγραφέας φανερώνει από τις πρώτες σελίδες την πρόθεσή του να ασχοληθεί με τη μαφία του Σικάγου και δεν θίγει ούτε προς το τέλος την οργάνωση της Νέας Υόρκης, ειδικά των τελευταίων χρόνων που είχε αναλάβει τα ηνία του οργανωμένου εγκλήματος στην αμερικάνικη ήπειρο κρατώντας στενή σχέση με την ιταλική μαφία.

 

Η αλήθεια είναι πως το Σικάγο κι ένας από τους πιο γνωστούς μαφιόζους του, ο Αλφόνσο ή Αλ Καπόνε έχουν συνδυαστεί άρρηκτα –τουλάχιστον στη χώρα μας- με τη λέξη μαφία στην Αμερική. Ο Ρούσο γυρίζει εκεί, στα τέλη του 19ου αιώνα προσπαθώντας να βρει την αιτία ανάπτυξης των πρώτων συμμοριών που σιγά σιγά οδήγησαν στις μεγαλύτερες και πώς από το κοινό έγκλημα έφτασαν ακριβώς στο οργανωμένο. Πώς από τους μαχαιροβγάλτες μπράβους που τρομοκρατούσαν μια μικρή γειτονιά καταλήξαμε στους ασπρομάλληδες φαινομενικά ακίνδυνους γεράκους που έφτασαν στο σημείο να κανονίζουν ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ.

Ο σεβασμός προς τα σημαντικά πρόσωπα, η ομερτά και κατά συνέπεια η μαφία ήρθε από την Ιταλία. Ο Ρούσο, ιταλικής καταγωγής σίγουρα, αν και δε δηλώνεται πουθενά στο βιβλίο, προσπαθεί να υπεραμυνθεί αυτής της άποψης παρουσιάζοντας στατιστικές της εποχής που φανερώνουν πολύ μικρή συμμετοχή Ιταλών σε εγκλήματα όπως και μεγάλο ρατσισμό των ντόπιων εναντίων των ιταλών μεταναστών που κατέφθαναν συνεχώς στις αρχές του 20ου αιώνα. Δυστυχώς οι ρίζες της μαφίας στη γείτονα μας χώρα υπήρχαν πολύ παλιότερα από το Σικάγο και συνεχίζουν να υπάρχουν παντοδύναμες.

Για τον Ρούσο οι βάσεις για την ίδρυση του οργανωμένου εγκλήματος ξεκινούν απ’ το βλακώδη νόμο της ποτοαπαγόρευσης που τέθηκε σε ισχύ το 1920. Πράγματι σχεδόν αμέσως η παραγωγή παράνομου αλκοόλ ανθίζει φέρνοντας αστρονομικά κέρδη σε εκατοντάδες λαθρέμπορους που εκμεταλλεύονταν την αδυναμία του κράτους να επιβάλει την τάξη: λίγοι πράκτορες να εφαρμόσουν το νόμο αμειβόμενοι χειρότερα κι από τους σκουπιδιάρηδες κι έτσι πολύ επιρρεπείς στη διαφθορά όπως και μικρά πρόστιμα στους παραβάτες.

Ταυτόχρονα η πόλη του Σικάγου μεγαλώνει και σιγά σιγά γίνεται άντρο παρανόμων. Εδώ γεννιέται η λέξη υπόκοσμος από μια περίεργη κατασκευαστική ιδιαιτερότητα: η πόλη αρχικά χτισμένη πάνω στη λάσπη ξαναχτίστηκε πιο ψηλά αφήνοντας από κάτω ένα ολόκληρο δίκτυο από υπόγεια που δρούσε ένας ολόκληρος κόσμος: φτωχοί, περιθωριακοί και φυσικά εγκληματίες. Οι αστυνομικοί είναι πολύ λίγοι να επιβάλλουν την τάξη. Η πόλη είναι γεμάτη σαλούν, πορνεία και παράνομα αποστακτήρια, υπάρχει μια πραγματική «επιδημία» βομβών (οχτακόσιες εκρήξεις βομβών ανάμεσα στα έτη 1900-30) ενώ οι αλληλοσκοτωμοί -ακόμα και μεταξύ συγγενών- αντιπάλων ιταλών γκάνγκστερ δίνουν και παίρνουν. Είναι τα χρόνια της σιωπής, της ομερτά, είναι τα χρόνια που το άστρο του μεγάλου Αλ Καπόνε ανατέλλει.

Ο Αλ που κερδίζει εκατομμύρια, που θέλει να φαίνεται, που ντύνεται με πανάκριβα ρούχα, που κάνει ακριβά δώρα κι όταν εργάζεται διατάζει την εξόντωση κάποιας αντίπαλης συμμορίας (που δεν συμμορφώθηκε στις διαταγές του και πείραξε κάποιο δικό του εμπόρευμα) αν δεν πιάσει ο ίδιος ένα ρόπαλο να ανοίξει το κεφάλι κάποιου δικού του που τον πρόδωσε. Ο Ρούσο δειλά δειλά σε μια υποσημείωση μας φανερώνει και μια μικρή, λιγότερο γνωστή πλευρά του Καπόνε: ότι δεν ήταν ρατσιστής κι ότι έφερε την τζαζ στο Σικάγο από τη Νέα Ορλεάνη φέρνοντας όλους τους μεγάλους μαύρους μουσικούς της εποχής να παίξουν στα κλαμπ του. Εκείνο που ο Ρούσο ξεχνά να πει είναι πως στα κλαμπ αυτά οι μαύροι φυσικά απαγορευόταν να μπουν. Τώρα να ωραιοποιείται ως μη ρατσιστής ένας άνθρωπος που είχε σκοτώσει και κάθε τόσο διέταζε το θάνατο άλλων ακούγεται μάλλον λίγο αφελές.

Όμως η βασιλεία του Καπόνε έμελλε να τελειώσει κάποτε. Η αστυνομία κατάφερε να τον συλλάβει για φοροδιαφυγή και να τον στείλει στη φυλακή. Αρχικά στην  Ατλάντα κι έπειτα -άρρωστος από σύφιλη- στο βράχο, στο Αλκατράζ ανάμεσα σε μικροκακοποιούς που δεν του έδειχναν τον παραμικρό σεβασμό.

Οι κάπο του Σικάγου που θα κληρονομήσουν την αυτοκρατορία του είναι οι γιοι των ιταλών μεταναστών. Είναι πιο μυαλωμένοι: θέλουν να μείνουν σε απόσταση, όχι πια δημοσιότητα, δημιουργία δικτύου με τις άλλες μεγάλες πόλεις, ξέπλυμα χρημάτων. Η οργάνωση είχε γεννηθεί.

Πρώτο μέλημα η ανεύρεση άλλων πεδίων εξοικονόμησης χρημάτων καθώς το παράνομο αλκοόλ είναι πια παρελθόν. Έτσι πλευρίζουν πολιτικούς και παράλληλα στρέφονται σε πολλούς τομείς: στη βιομηχανία του θεάματος στο Χόλιγουντ, στα πανίσχυρα συνδικάτα εργαζομένων, στις λοταρίες, στις ιπποδρομίες, στα στοιχήματα και στις εταιρείες επικοινωνίας αποκομίζοντας μερίδιο από παντού ξεπλένοντας ταυτόχρονα τα χρήματα παρουσιάζοντάς τα σαν κέρδη από τις νόμιμες επιχειρήσεις τους. Όμως οι μέθοδοι δεν αλλάζουν. Όποιος δεν πειθόταν με τα λόγια πειθόταν με τις σφαίρες.

Το πόσο σταθερά πατούσε στα πόδια της η οργάνωση αποδεικνύεται από τις στενές σχέσεις της με τον Χάρι Τρούμαν όπως και με την οικογένεια Κένεντι. Όμως κι η άλλη πλευρά, η πλευρά του νόμου άρχισε να δείχνει επιτέλους σημάδια αντίδρασης. Αυτό έγινε όταν το FBI μπήκε στο παιχνίδι με τις παρακολουθήσεις προσώπων και τις υποκλοπές των τηλεφώνων ξεκινώντας ένα διαρκές κρυφτούλι με τους ανθρώπους του Συνδικάτου.

Η σχέση της οργάνωσης με την οικογένεια Κένεντι έμελλε να είναι καθοριστική για την τύχη της. Όλα άρχισαν όταν ο μπαμπάς Κένεντι έπεισε το Συνδικάτο να χρησιμοποιήσει όλη του τη δύναμη ώστε ο γιος του, ο JFK, να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές. Η συμφωνία κλείστηκε με τους αρχηγούς της οργάνωσης να δουλεύουν σε εξαντλητικούς ρυθμούς υπέρ του Τζον Κένετι προσμένοντας άγνωστο ποια ακριβώς οφέλη, αλλά σίγουρα λιγότερες παρακολουθήσεις και περισσότερα στραβά μάτια στις παράνομες δραστηριότητες τους.

Ο JFK κέρδισε τις εκλογές, αλλά ο μπαμπάς Κένεντι πρόδωσε την οργάνωση. Απαίτησε από τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο γιο του να κάνει υπουργό δικαιοσύνης τον άλλο του γιο, τον Μπόμπι Κένεντι τον μεγαλύτερο ίσως πολέμιο μέχρι τότε του οργανωμένου εγκλήματος. Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει. Ο Μπόμπι Κένεντι αύξησε τους πράκτορες και τις παράνομες τηλεφωνικές παρακολουθήσεις παραβαίνοντας κατάφορα τους νόμους περί ατομικών δικαιωμάτων. Η πιο λογική εξέλιξη στην ιστορία θα ήταν η δολοφονία του Τζων Κένεντι να αποδίδεται στην οργάνωση για εκδίκηση. Ο συγγραφέας όμως παρουσιάζει τους κάπο να αιφνιδιάζονται κι αυτοί από τη δολοφονία και το μυστήριο να παραμένει σκοτεινό καθώς η CIA και το υπουργείο εξωτερικών είναι βαθιά αναμεμιγμένοι στην υπόθεση.

Η δράση του Συνδικάτου συνεχίζεται αν και οι αρχηγοί του είναι πια γέροι και κουρασμένοι. Ένας ένας τελειώνουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Οι πιο τυχεροί πεθαίνουν από γηρατειά, άλλοι στη φυλακή κι άλλοι από μια σφαίρα υπακούοντας στους άγραφους νόμους της ομερτά.

Το βιβλίο πέραν της ιστορίας της οργάνωσης είναι γεμάτο από γαργαλιστικά επεισόδια -στα όρια του μύθου- για τους μαφιόζους, άλλοτε απολαυστικά κι άλλοτε τρομακτικά όπως και οι φωτογραφίες με τις οποίες συνοδεύεται. Λόγω των πολλών ιστορικών προσώπων ένα ευρετήριο ονομάτων θα ήταν πολύ χρήσιμo.

 

Δημήτρης Μαμαλούκας

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "ΑΥΓΗ"

Εκτύπωση